Κυριακή 21 Μαρτίου 2010

Ποταμός Κότσαλος.


" Έχει νεράκι...!" ήταν η ατάκα που έπεφτε με τρελή συχνότητα όταν από ψηλά βλέπαμε που και που την γαλάζια "λεπτή" κορδέλα του Κότσαλου να φιδοσέρνεται στο βαθύ φαράγγι που έχασκε από κάτω μας. Κατά τ' άλλα ο Ρέμος στη διαπασόν είχε (ευτυχώς) πάρει το μικρόφωνο απ' την Γαλάνη.



Η παρέα των 6 καγιάκερς που στριμωγμένοι στο βαρυφορτωμένο τζιπ, ανηφόριζαν και κατηφόριζαν τους στενούς χωματόδρομους απ' την Ποκίστα, στον Πόδο, βρισκόμασταν στην ορεινή Ναυπακτία με εντεταλμένη αποστολή την πρώτη κατάβαση του ποταμού Κότσαλου με καγιάκ.
Να 'χε όμως και λίγο νεράκι...

Η πρώτη μας επαφή με τον Κότσαλο ήταν πριν από τρία χρόνια, όταν γυρνώντας στη Ναύπακτο, από μια κατάβαση στο πάνω κομμάτι του Ευήνου (πάνω απ' την Ευηνολίμνη), σταματήσαμε στη γέφυρα κάτω απ' τον Πλάτανο. Τότε το ποτάμι μας φάνηκε ρηχό, αλλά μια ματιά στα τελευταία 200 μέτρα πριν τη γέφυρα μας έπεισε πως είναι δυνατή μια κατάβαση με καγιάκ. Από τότε, ο Κότσαλος έμεινε στο περιθώριο των εξορμήσεών μας, μέχρι που την περασμένη βδομάδα, μετά από μια απολαυστική κατάβαση στα Φιδάκια - τον απέναντι παραπόταμο του Ευήνου - το project Κότσαλος επανήλθε. Έτσι το Σάββατο 20 Μαρτίου, οι Σπύρος Παναγόπουλος, Χάρης Λουκόπουλος, Σπύρος Ζιάκας, Αλφρέδος Ζήνης, Δημήτρης Κωνσταντινίδης και - ο γράφων - Νίκος Μαυρής, έδωσαν το καθιερωμένο πια ραντεβού στα Μέγαρα, στις 7 παρά 10 το πρωί. Η μέρα προμηνυόταν μεγάλη...
Το δίδυμο Ζιάκα - Μαυρή ήταν γι ακόμη μια φορά Άγγλοι στο ραντεβού τους, αλλά ακόμα και μετά τον καφέ και την τυρόπιτα, η υπόλοιπη ομάδα δεν είχε φανεί... Στο διερευνητικό της τύχης τους τηλεφώνημα που ακολούθησε, τα διάφορα μουρμουρητά και οι απίστευτες δικαιολογίες που ακούστηκαν, μας έπεισαν πως όχι μόνο η μέρα προμηνυόταν μεγάλη, αλλά και η νύχτα επίσης...

Αφού μοιραστήκαμε σε δυο αμάξια, ξεκινήσαμε χωρίς περεταίρω καθυστέρηση και τα πρώτα χιλιόμετρα μέχρι τη Ναύπακτο έφυγαν σχετικά γρήγορα. Στη συνέχεια κατευθυνθήκαμε βόρεια προς την ορεινή Ναυπακτία, ακολουθώντας τις πινακίδες προς Πλάτανο κι Ευηνολίμνη. Μετά το Σίμο (ένα αμφιθεατρικό χωριό με καλοχτισμένα και καλοβαμμένα πέτρινα σπίτια) κάναμε μια μικρή στάση για καφέ στην Ποκίστα, όπου το καφενείο - ταβέρνα πάνω στο δρόμο ήταν το πρώτο μαγαζί που βρήκαμε ανοικτό.

Στο περίμενε για τους καφέδες, πιάσαμε και τις συνηθισμένες κουβέντες με τους ντόπιους, που όπως πάντα ευγενίκοί πλην περίεργοι, είχαν πολλές απορίες περί του τι είναι αυτά τα βαρκάκια που χουμε φορτωμένα και τι πάμε να κάνουμε. Αυτή τη φορά, αν και δεν είχαν ξανακούσει για καγιάκ στον Κότσαλο, ούτε σταυροκοπήθηκε κανείς ούτα μας ρώτησαν αν μας πληρώνουν να το κάνουμε αυτό. Πάντως μας είπαν πως τα νερά στο ποτάμι κάτω απ' το χωριό είναι καλά για την εποχή. Για το αν θα έχει νερό και πάνω στην Αμπελακιότισσα δεν ήξεραν να μας πουν... Αυτό θα πρέπει να το ανακαλύψουμε (όπως πάντα) μόνοι μας.

Κατεβήκαμε το δρόμο κάτω απ' την Ποκίστα, μέχρι το ποτάμι και η εικόνα της ροής δεν μας έκανε να χοροπηδήσουμε απ' τη χαρά μας... Οριακά τα πράγματα... Κάπου 10 πόντοι το νερό κάτω απ' τη γέφυρα και όχι σε όλο το πλάτος της όχθης...


Μήπως κάνουμε από δω και κάτω, στον Εύηνο; Ανηφορήσαμε μια δυο στροφές, όπου θυμόμουν πως τότε είχαμε δει μια πιο αντιπρωσοπευτική εικόνα του ποταμού και πράγματι, τα τελευταία μέτρα με μικρά περασματάκια 2ου έως 3ου βαθμού, σίγουρα γίνονταν. Η απόφαση πάρθηκε ευθύς... Αλλάζουμε και ανεβαίνουμε για Χόμμορη και Αμπελακιώτισσα... 



Αφήσαμε το Terios στην έξοδο και φορτωθήκαμε όλοι (6 καγιάκερς με τα σκάφη μας) στο σαφώς πιο ευρύχορο Land Cruiser (γνωστό και ως Loukomobil 1). Με Τσανακλίδου και Γαλάνη (μου τη φύλαγε μάλλον ο Λουκό...) ανεβήκαμε τις στροφές πίσω προς Ποκίστα, χωρίς ευτυχώς να "φάμε" κάποια απ΄ τις αντίκες που κατηφόριζαν απ' το αντίθετο ρεύμα.


Στην Ποκίστα πήραμε το δρόμο για Μηλιά, που σχεδόν αμέσως έγινε χωματόδρομος καλής όμως βατότητας.



Μετά από 40 λεπτά περίπου φτάσαμε στη γέφυρα προς Χόμορη, όπου κι εκεί η εικόνα του νερού δεν μας χαροποίησε ιδιαίτερα... σαν πολύ λίγο φαίνεται βρε παιδάκι μου...
Ένα ρέμα βέβαια που συναντήσαμε λίγο πριν (το ρέμα Δρακόβρυση που έρχεται απ' την Ελευθεριανή) πέφτει λίγο πιο κάτω και σίγουρα θα βελτιώνει τα πράγματα στο φαράγγι... σκεφτήκαμε





Εδώ που φτάσαμε... δεν πάμε μέχρι την είσοδο της Αμπελακιότισας; Θα θελα να ξερα ποιός το πρότεινε αυτό... μάλλον κανένας... όλοι ελπίζαμε πως θα μπορούσαμε να κάνουμε το πανέμορφο φαράγγι που είχαμε δει στις φωτογραφίες, τον Κάκαβο. Αν είμασταν όμως πιο συνετοί και παρατηρητικοί στους χάρτες, θα είχαμε καταλάβει έγκαιρα πως το φαράγγι του Κάκαβου είναι πάνω κι απ' την επόμενη γέφυρα, που ενώνει τον Πόδο με την Αμπελακιώτισα. Η διαδρομή όμως ήταν πολύ όμορφη, η μέρα απίστευτα καλή και χωρίς πολλά πολλά, βρεθήκαμε πάλι στο δρόμο. Μετά τον Πλατανιά, μπήκαμε σε χωματόδρομο με ταμπέλα προς Πόδο. Πιο στενός ο δρόμος και πιο δασωμένος, μας οδήγησε σε μισή ώρα περίπου στον Πόδο. Μετά το χωριό, περάσαμε τη διασταύρωση προς Άνω Χώρα και σε άσφαλτο πλέον διανύσαμε τα τελευταία 500 μέτρα μέχρι το ποτάμι. Εδώ μπαίνουμε λοιπόν, θέλουμε δε θέλουμε. Το νερό είναι οριακό και η όποια περιπλάνηση πιο ψηλά κρίνεται άσκοπη.

  



Μετά τις απαραίτητες ετοιμασίες, η ομάδα μπήκε στο νερό. Η στάθμη μάλλον χαμηλή προς οριακά χαμηλή και η ώρα περασμένη (αισίως 2 παρά 10) Με το νερό στο σκάρτο ένα κυβικό το δευτερόλεπτο, προχωρήσαμε με επιδέξιους ελιγμούς ανάμεσα σε βράχια και κροκάλες, μέχρι τη συμβολή μ' ένα ακόμη μικρό ρέμα απ' τον Πόδο και την είσοδο του πρώτου μικρού, χαμηλού φαραγγιού.



Επάνω: Ο Σπύρος Παναγόπουλος κατευθυνόμενος προς το πρώτο φαράγγι

Κάτω: Ο Σπύρος Ζιάκας στο πρώτο περασματάκι του φαραγιού.


Τα πρώτα περασματάκια ήταν καλοδεχούμενα. Μπορεί μ' αυτό το λιγοστό νερό να μην είχαν ιδιαίτερη δυσκολία, αλλά έκαναν την κατάβαση πιο ενδιαφέρουσα για τη συνέχεια...

Παναγόπουλος - Λουκόπουλος (επάνω) και Ζίνης - Ζιάκας (κάτω) στα πρώτα περασματάκια 2ου βαθμού.



Μια - δυο στριφτές σκάλες με πτώσούλες του μισού μέτρου, θα μπορούσαν με περισσότερο νερό να ήταν αξιοπρεπέστατα περάσματα 3ου βαθμού.


Στη φωτό επάνω και στο video κάτω ο Αλφρέδος σ' ένα απ' τα πρώτα μικρά περάσματα. Στο ίδιο πέρασμα (κάτω) οι Λουκόπουλος, Παναγόπουλος




Το φαράγγι, άλλοτε ανοικτό άλλοτε πιο κλειστό, με χαμηλά πάντα τοιχώματα, συνεχίζει να μας εντυπωσιάζει με την ομορφιά της φύσης του και τη δυναμική του. Αν είχε και λίγο νεράκι παραπάνω... Κάπου κάπου διακρίνουμε στα δεξιά μας, όχι πολύ ψηλότερα απ' το νερό, καλοφτιαγμένο το πέτρινο μονοπάτι. Μέχρι εδώ έχουμε κάνει 40 λεπτά


Τα περάσματα συνεχίζουν να εμφανίζονται μπροστά μας με σταθερό ρυθμό. Πότε μια μικρή πτώση, πότε μια σκάλα, πότε ένα boulder garden.


Ο Αλφρέδος (φωτό επάνω) και ο Κονίδης (video κάτω) σε μια όμορφη γλύστρα






Μια σκάλα, που ενώ με παραπάνω νερό θα έδινε ένα καλό 3+, στη σημερινή χαμηλή στάθμη δημιουργεί απλά προβλήματα πλοήγησης στο Χάρη...


Χάρης και Σπύρος στη σκάλα του πρώτου φαραγγιού





Το πεδίο συνεχίστηκε στο ίδιο στυλ, για μισή ακόμα ώρα μέχρι τη γέφυρα της Χόμορης (1 ώρα και 20' απ' την είσοδο). Ακολούθησε ένα ψυχοβγαλτικό (ευτυχώς αρκετά σύντομο) ανοικτό κομμάτι, που μας ανάγκασε να σπρώξουμε σε κάποια σημεία, αλλά και να έρθουμε τετ - α - τετ με τα κλαδιά πεσμένων δέντρων (ευτυχώς που για μια φορά ο Ζιάκας κατάφερε να κρατήσει την απόστασή του και να μη με χτυπήσει όπως ήμουν κολλημένος κι έτοιμος ν' αναποδογυρίσω μέσα στα κλαριά κι ευτυχώς που ο Λουκόπουλος τελευταία στιγμή είδε το λόγο που είχα κολλήσει και κατόρθωσε να μην πέσει ο ίδιος μέσα...) 

Στο ύψος του οικισμού της Αγίας Άννας, το φαράγγι ξανακλείνει. Ένα ακόμη δυνατό ρέμα μπαίνει από τ' αριστερά και η ροή φτάνει πλέον τα τέσσερα κυβικά το δευτερόλεπτο.




Οι γραμμές είναι πλέον ξεκάθαρες, τα περάσματα αν και όχι δύσκολα, ακολουθούν το ένα το άλλο σ' ένα πλέον απολαυστικό 2ο έως και 3ο βαθμό) Με περισσότερο νερό, θα είναι έως 3+ εκτιμώ.


Επάνω ο Κονίδης σε μικρή σκάλα δίπλα σε κλαριά και κάτω ο Παναγό σε ένα απ' τα τελευταία περάσματα


Το δεύτερο φαράγγι ήταν γενικά ικανοποιητικό, όσον αφορά τα περάσματα και την γενικότερη κίνησή μας. Σε ομορφιά μάλιστα ήταν ακόμα πιο όμορφο απ' το πρώτο. Σε μια δεξιά στροφή, αντικρύσαμε ένα πολύ όμορφο σκηνικό.



Τα δέντρα είχαν καμπυλώσει τα κλαριά του προς τα κάτω, δημιουργώντας μια φυσική αψίδα πάνω απ' τα κεφάλια μας. Αν ήταν τόσο όμορφο το σκηνικό με τα δέντρα γυμνά από φύλλωμα, φαντάζομαι πως θα είναι το φθινόπωρο με τα κόκκινα τα πλατανόφυλλα στο φόρτε τους.



Στη γέφυρα της Ποκίστας φτάσαμε συνολικά σε 3 ώρες και δέκα λεπτά απ' την είσοδό μας στο ποτάμι.



Αλλάξαμε στα γρήγορα με τα στεγνά ρούχα που 'χαμε αφήσει στο Terios και με το Χάρη ξεκινήσαμε να πάμε να φέρουμε το Land Cruiser που ΄χαμε αφήσει στην είσοδο.
Αυτή τη φορά επιλέξαμε να παρακάμψουμε τον πρώτο χωματόδρομο της Μηλιάς και συνεχίσαμε απ' τη Ποκίστα προς Σίμο και πάνω απ' τον αυχένα που ναι το εκκλησάκι στρίψαμε αριστερά προς Ελευθέριανη και Πόδο. Ανεβήκαμε όλο το βουνό και πέσαμε από πίσω, σε δάσος αλλά με ασφάλτινη διαδρομή μέχρι την Ελευθέριανη. Εκεί είδαμε τα νερά να τρέχουν πλούσια στους δρόμους, πριν καταλήξουν κάτω στο ποτάμι και το 2ο φαράγγι. Συνεχίσαμε την κατηφόρα και μπήκαμε στον δασικό χωματόδρομο που είχαμε πάρει και το πρωί, προς Πόδο. Φτάσαμε στην είσοδο σε περίπου 1 ώρα και 15 λεπτά γρήγορης οδήγησης (και άδεια αμάξια), οπότε εκτιμώ πως αν και μακρύτερος, ο δρόμος αυτός είναι κάπως συντομότερος.

Αφού επιστρέψαμε απ' τα ίδια, να πάρουμε τα παιδιά απ' το ποτάμι, όπου τους βρήκαμε να έχουν αρχίσει να χοροπηδούν για να ζεσταθούν (καμιά φωτίτσα γιατί δεν ανάψατε παιδιά;) φορτώσαμε και ανεβήκαμε στο Σίμο για ανεφοδιασμό. Καλαμάκια, λουκάνικα και σαλάτες για αρχή, χοιρινές μπριζόλες για τη συνέχεια. Τσίπουρα απ' το κατάστημα και καλούτσικο κρασί χύμα και κατά τις 10.30 είπαμε να ξεκινήσουμε για πίσω. Προσωπικά έφτασα σπίτι στις 2 το πρωί. Για κάποιους άλλους όπως έμαθα οι περιπέτειες δεν είχαν τελειώσει, αλλά κατά τις 3 είμασταν όλοι στα κρεβάτια μας. 22 ώρες κράτησε το project Κότσαλος. Θα ρωτήσει μήπως κανείς γιατί δεν πήγαμε και την Κυριακή στη πίστα γι αποθεραπεία;


Διαβάστε και για τις απειλές από υδροηλεκτρικά που δέχεται ο Κότσαλος, στο σχετικό άρθρο των Φίλων των ποταμών

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου